1. Λέξη
    ενορία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: εφορία - εξορία - ευφορία - εμπορία)
  2. Συνώνυμα
    • εκκλησία
    • κοινότητα
    • παροικία
    3
  3. Αντώνυμα
    • αθεϊσμός
    • ασέβεια
    2
  4. Ορισμός
    • Η θρησκευτική κοινότητα που ανήκει σε μια συγκεκριμένη εκκλησία.
    • Η γεωγραφική περιοχή που υπάγεται σε μια συγκεκριμένη εκκλησία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ενορία μας οργάνωσε φιλανθρωπικό γλέντι.
    • Ο νέος ιερέας ανέλαβε την ενορία του χωριού.
    2