Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
εξεζητημένος (επίθετο) - (παρόμοια:
εξαρτημένος
-
εξελιγμένος
-
στημένος
-
εξαντλημένος
-
εξουσιοδοτημένος
-
ηττημένος
)
Συνώνυμα
επιτηδευμένος
περίτεχνος
τεχνητός
3
Αντώνυμα
απλός
φυσικός
αφελής
3
Ορισμός
Που χαρακτηρίζεται από υπερβολική προσοχή στις λεπτομέρειες ή από προσπάθεια να εντυπωσιάσει.
Που δεν είναι φυσικός ή αυθόρμητος, αλλά προϊόν επιτήδευσης.
2
Παραδείγματα
Η εξεζητημένη του ντύσιμο έδειχνε ότι προσπαθούσε να κερδίσει την προσοχή όλων.
Η εξεζητημένη γλώσσα του κειμένου το έκανε δύσκολο στην κατανόηση.
2