1. Συνώνυμα
    • διερευνητικός
    • αναλυτικός
    • ερευνών
    3
  2. Αντώνυμα
    • επιφανειακός
    • απλός
    • μη αναλυτικός
    3
  3. Ορισμός
    • που αφορά ή σχετίζεται με την έρευνα
    • που χαρακτηρίζεται από λεπτομερή εξέταση ή ανάλυση
    • που αποσκοπεί στην ανακάλυψη νέων πληροφοριών ή γνώσεων
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο ερευνητικός προσανατολισμός του επιστήμονα οδήγησε σε σημαντικές ανακαλύψεις.
    • Η ερευνητική εργασία απαιτεί προσοχή και υπομονή.
    • Ένα ερευνητικό εργαστήριο διαθέτει όλα τα απαραίτητα εργαλεία για πειράματα.
    3