1. Συνώνυμα
    • προκλητικός
    • ενοχλητικός
    • εκνευριστικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • καταπραϋντικός
    • ηρεμιστικός
    • χαλαρωτικός
    3
  3. Ορισμός
    • Που προκαλεί ενοχλήσεις ή εκνευρισμό.
    • Που έχει την ιδιότητα να ερεθίζει ή να προκαλεί αντιδράσεις.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο ερεθιστικός θόρυβος από τα αυτοκίνητα με έκανε να χάσω τη συγκέντρωσή μου.
    • Η ερεθιστική συμπεριφορά του συναδέλφου δημιούργησε ένταση στο γραφείο.
    2