1. Λέξη
    καταγωγή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: καταταγώ - αγωγή - καταγράψω - καταγώγιο - καταγράφω - καταγραφή)
  2. Συνώνυμα
    • προέλευση
    • ρίζα
    • γένεση
    3
  3. Αντώνυμα
    • κατάληξη
    • τέλος
    • αποτέλεσμα
    3
  4. Ορισμός
    • Η αρχή ή η πηγή από την οποία προέρχεται κάποιος ή κάτι.
    • Η ιστορική ή γενετική προέλευση μιας οικογένειας ή ενός ατόμου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η καταγωγή της οικογένειάς μου είναι από την Κρήτη.
    • Μελετάμε την καταγωγή των λέξεων για να κατανοήσουμε την εξέλιξη της γλώσσας.
    2