Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταπάτηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
καταπολέμηση
-
κατανόηση
-
καταπίεση
-
εξαπάτηση
-
κατάκτηση
-
καταχώρηση
-
κράτηση
-
καταπιώ
-
καταμέτρηση
)
Συνώνυμα
παραβίαση
παράβαση
παρανόμηση
παράπτωμα
4
Αντώνυμα
σεβασμός
παρακολούθηση
υπακοή
συμμόρφωση
4
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να παραβιάζει κανείς έναν κανόνα, έναν νόμο ή μια συμφωνία.
Η παράνομη διείσδυση σε ιδιωτικό χώρο.
2
Παραδείγματα
Η καταπάτηση της ιδιωτικής περιουσίας είναι ποινικά κολάσιμη.
Η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν πρέπει να ανεχθεί.
2