Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κβαντικός (επίθετο) - (παρόμοια:
κβαντική
-
ατλαντικός
-
σημαντικός
-
ρομαντικός
-
ποντικός
-
κρατικός
-
κριτικός
)
Συνώνυμα
κβαντιστικός
κβαντομηχανικός
2
Αντώνυμα
κλασικός
συνεχής
2
Ορισμός
Σχετικός με την κβαντική θεωρία ή την κβαντομηχανική.
Που χαρακτηρίζεται από διακριτές ποσότητες ή βήματα.
2
Παραδείγματα
Η κβαντική φυσική μελετά τη συμπεριφορά των σωματιδίων σε μικροσκοπικό επίπεδο.
Οι κβαντικοί υπολογιστές χρησιμοποιούν κβαντικά bits (qubits) για να εκτελέσουν υπολογισμούς.
2