1. Λέξη
    κομμουνιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κομμουνιστικός - κομμουνισμός - κομμωτής - κουνιστός - καπνιστής)
  2. Συνώνυμα
    • σοσιαλιστής
    • μαρξιστής
    • επαναστάτης
    3
  3. Αντώνυμα
    • καπιταλιστής
    • φιλελεύθερος
    • συντηρητικός
    3
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που υποστηρίζει ή ακολουθεί την πολιτική ιδεολογία του κομμουνισμού, η οποία προωθεί την κοινωνική ισότητα και την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.
    • Μέλος κομμουνιστικού κόμματος ή οργάνωσης.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο κομμουνιστής συμμετείχε ενεργά στις διαδηλώσεις για τα εργατικά δικαιώματα.
    • Πολλοί κομμουνιστές διαφωνούν με την παγκοσμιοποίηση.
    2