Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κουτός (επίθετο) - (παρόμοια:
κουτσός
-
κουτί
-
κουνιστός
-
καυτός
-
κοντός
-
κουφός
-
κουλός
-
κουτάλα
-
κουτάλι
-
γλουτός
-
κουτάβι
)
Συνώνυμα
χαζός
βλάκας
ανόητος
βλακώδης
4
Αντώνυμα
έξυπνος
ευφυής
οξυδερκής
πανέξυπνος
4
Ορισμός
Αυτός που δεν έχει ευφυΐα ή δεν μπορεί να καταλάβει εύκολα πράγματα.
Αυτός που φέρεται με τρόπο που δείχνει έλλειψη νοημοσύνης.
2
Παραδείγματα
Ο Γιάννης είναι πολύ κουτός, δεν κατάλαβε τίποτα από την εξήγηση.
Μην είσαι τόσο κουτός και άκου τι σου λέω!
2