Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
λαμβάνω (ρήμα) - (παρόμοια:
λαμβάνομαι
-
αναλαμβάνω
-
συλλαμβάνω
-
απολαμβάνω
-
καταλαμβάνω
-
προσλαμβάνω
-
παραλαμβάνω
-
λαμβάνονται
-
περιλαμβάνω
-
επαναλαμβάνω
-
συμπεριλαμβάνω
)
Συνώνυμα
παίρνω
αποκτώ
δεχόμαι
3
Αντώνυμα
δίνω
χάνω
απορρίπτω
3
Ορισμός
Να παίρνω κάτι, να αποκτώ κάτι.
Να δεχόμαστε κάτι, να δέχομαι κάτι.
2
Παραδείγματα
Λαμβάνω ένα δώρο από τον φίλο μου.
Η εταιρεία λαμβάνει νέες παραγγελίες κάθε εβδομάδα.
2