Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
λαμβάνομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
συλλαμβάνομαι
-
λαμβάνονται
-
προσλαμβάνομαι
-
περιλαμβάνομαι
-
αντιλαμβάνομαι
-
επαναλαμβάνομαι
-
λαμβάνω
-
χάνομαι
-
λύνομαι
)
Συνώνυμα
παίρνω
δεσμεύομαι
αποκτώ
3
Αντώνυμα
απορρίπτω
αποφεύγω
αποποιούμαι
3
Ορισμός
Να παίρνω κάτι, να αποκτώ κάτι.
Να δεσμεύομαι με κάποιο τρόπο, να αναλαμβάνω υποχρέωση.
Να γίνομαι αντικείμενο κάποιας ενέργειας.
3
Παραδείγματα
Λαμβάνομαι υπόψη όλες τις πληροφορίες πριν πάρω μια απόφαση.
Οι μαθητές λαμβάνονται υπόψη για τις επιδόσεις τους.
Η εταιρεία λαμβάνεται υπόψη για τις καινοτόμες της ιδέες.
3