1. Συνώνυμα
    • καταλαβαίνω
    • αντιλαμβάνομαι
    • κατανοώ
    3
  2. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • παραβλέπω
    • λανθασμένα καταλαβαίνω
    3
  3. Ορισμός
    • Να καταλαβαίνω ή να αντιλαμβάνομαι κάτι με τη σκέψη.
    • Να πιάνω ή να συγκεντρώνω κάτι, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Δεν μπορώ να συλλάβω γιατί έκανε κάτι τέτοιο.
    • Η αστυνομία κατάφερε να συλλάβει τον ύποπτο.
    2