Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περιλαμβάνω (ρήμα) - (παρόμοια:
περιλαμβάνομαι
-
συμπεριλαμβάνω
-
λαμβάνω
-
παραλαμβάνω
-
προσλαμβάνω
-
συλλαμβάνω
-
απολαμβάνω
-
αναλαμβάνω
)
Συνώνυμα
συμπεριλαμβάνω
εμπεριέχω
περιέχω
3
Αντώνυμα
εξαιρώ
αποκλείω
2
Ορισμός
Να συμπεριλαμβάνω κάτι ή κάποιον σε ένα σύνολο ή μια λίστα.
Να εμπεριέχω κάτι ως μέρος ενός συνόλου ή μιας ολότητας.
2
Παραδείγματα
Η λίστα περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα υλικά.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει διάφορες δραστηριότητες για όλες τις ηλικίες.
2