Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
λειτουργικός (επίθετο) - (παρόμοια:
λειτουργικό
-
λειτουργός
-
λειτουργώ
-
λειτουργία
-
λειτουργούν
-
τελετουργικός
-
χειρουργικός
-
δημιουργικός
)
Συνώνυμα
λειτουργώ
λειτουργία
λειτουργικότητα
3
Αντώνυμα
δυσλειτουργικός
αχρηστεύων
απρακτικός
3
Ορισμός
Σχετικός με τη λειτουργία ή τη χρήση κάποιου πράγματος.
Επιτυγχάνοντας τον σκοπό του με αποτελεσματικότητα.
Αναφερόμενος σε κάτι που βρίσκεται σε λειτουργία ή δουλειά.
3
Παραδείγματα
Το λειτουργικό σύστημα του υπολογιστή ενημερώθηκε.
Η μηχανή είναι πλήρως λειτουργική μετά την επισκευή.
Οι λειτουργικές απαιτήσεις του έργου είναι αυστηρές.
3