Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μαγικός (επίθετο) - (παρόμοια:
μαγνητικός
-
μαγευτικός
-
μαζικός
-
τραγικός
-
μαγιό
-
μαχητικός
)
Συνώνυμα
γοητευτικός
μαγευτικός
θαυμαστός
3
Αντώνυμα
κοινός
συνηθισμένος
φυσιολογικός
3
Ορισμός
που σχετίζεται με τη μαγεία ή έχει ιδιότητες που θυμίζουν μαγεία.
που προκαλεί θαυμασμό ή γοητεία λόγω της ασυνήθιστης ή υπερφυσικής του φύσης.
2
Παραδείγματα
Η μαγική ατμόσφαιρα του δάσους μας έκανε να νιώσουμε σαν να βρισκόμαστε σε άλλο κόσμο.
Η μαγική δύναμη του φυλαχτού του έδωσε την ελπίδα που χρειαζόταν.
2