1. Συνώνυμα
    • οδυνηρός
    • θλιβερός
    • καταθλιπτικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • ευτυχισμένος
    • χαρούμενος
    • ευχάριστος
    3
  3. Ορισμός
    • Που προκαλεί θλίψη ή συγκίνηση λόγω της σοβαρότητας ή της έντασης της κατάστασης.
    • Που σχετίζεται με την τραγωδία, είτε ως λογοτεχνικό είδος είτε ως θεατρική παράσταση.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Η τραγική είδηση για τον θάνατο του νεαρού συγκλόνισε όλη την κοινότητα.
    • Ο ηθοποιός ερμήνευσε έναν τραγικό ρόλο με μεγάλη ένταση και συγκίνηση.
    2