1. Λέξη
    μετωπικός (επίθετο) - (παρόμοια: μεταλλικός - μερικός - μεταφορικός - μεταβατικός - μεταδοτικός - μερτικός)
  2. Συνώνυμα
    • εμπρόσθιος
    • πρόσθιος
    • μπροστινός
    3
  3. Αντώνυμα
    • οπίσθιος
    • πισινός
    • κατόπιν
    3
  4. Ορισμός
    • που βρίσκεται ή αναφέρεται στο μέτωπο
    • που γίνεται ή εμφανίζεται μπροστά
    • (μεταφορικά) που είναι ευθεία και χωρίς περιστροφές
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η μετωπική επίθεση του στρατού ήταν αποφασιστική.
    • Ο γιατρός του έκανε μια μετωπική ακτινογραφία.
    • Η μετωπική σύγκρουση των δύο αυτοκινήτων προκάλεσε σοβαρά ζημιά.
    3