1. Λέξη
    νεφρικός (επίθετο) - (παρόμοια: νεκρικός - νευρικός - νεφρός - νιτρικός - νεανικός - νεφρό)
  2. Συνώνυμα
    • νεφριτικός
    • νεφρολογικός
    2
  3. Αντώνυμα
    • ανεφρικός
    • εκτός νεφρού
    2
  4. Ορισμός
    • Σχετικός με τους νεφρούς.
    • Αναφερόμενος ή σχετιζόμενος με τη λειτουργία ή τη δομή των νεφρών.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο νεφρικός πόνος μπορεί να είναι ένδειξη λοίμωξης.
    • Η νεφρική ανεπάρκεια απαιτεί συχνά αιμοκάθαρση.
    2