Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
οργανωμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
οργισμένος
-
ηνωμένος
-
ενωμένος
-
οργανωτής
-
ορισμένος
)
Συνώνυμα
τακτοποιημένος
διάρθρωτος
συστηματικός
οργανωτικός
4
Αντώνυμα
ανοργάνωτος
ατακτοποίητος
χαοτικός
3
Ορισμός
που έχει οργανωθεί με τρόπο συστηματικό και αποτελεσματικό
που χαρακτηρίζεται από τάξη και λογική διάρθρωση
2
Παραδείγματα
Ο οργανωμένος χώρος εργασίας διευκολύνει την παραγωγικότητα.
Η οργανωμένη προσέγγιση του προβλήματος οδήγησε σε γρήγορη επίλυση.
2