Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παράβαση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παράταση
-
παρέμβαση
-
παράσταση
-
παράδοση
-
παρέλαση
-
παράλυση
-
παράκληση
-
παραβίαση
)
Συνώνυμα
παρανομία
παράπτωμα
παραβίαση
παράλειψη
4
Αντώνυμα
συμμόρφωση
υπακοή
παραδοχή
κατάληψη
4
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να παραβαίνει κανείς έναν κανόνα, νόμο ή συμφωνία.
Μια αποτυχία να τηρηθεί μια υποχρέωση ή μια διαδικασία.
2
Παραδείγματα
Η παράβαση του ΚΟΚ μπορεί να οδηγήσει σε πρόστιμο.
Η παράβαση των όρων της συμφωνίας είχε σοβαρές συνέπειες.
2