Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παραπλανητικός (επίθετο) - (παρόμοια:
παραπλανώ
-
παρατηρητικός
-
παρορμητικός
-
παθητικός
)
Συνώνυμα
απατηλός
γελοιογραφικός
παραπλανώ
3
Αντώνυμα
ειλικρινής
αληθινός
αξιόπιστος
3
Ορισμός
Που οδηγεί σε λάθος ή παραπλάνηση.
Που δημιουργεί εσφαλμένη εντύπωση ή εικόνα.
2
Παραδείγματα
Οι παραπλανητικές διαφημίσεις μπορούν να οδηγήσουν τους καταναλωτές σε λάθος επιλογές.
Η χρήση παραπλανητικών στοιχείων σε μια έρευνα μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα.
2