Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περιλαμβάνομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
περιλαμβάνω
-
λαμβάνομαι
-
αντιλαμβάνομαι
-
προσλαμβάνομαι
-
συλλαμβάνομαι
-
επαναλαμβάνομαι
-
συμπεριλαμβάνω
)
Συνώνυμα
συμπεριλαμβάνομαι
εμπεριέχομαι
περιέχομαι
3
Αντώνυμα
εξαιρούμαι
αποκλείομαι
2
Ορισμός
Είμαι μέρος ενός συνόλου ή μιας ομάδας.
Συμπεριλαμβάνομαι σε μια λίστα ή κατάλογο.
Εμπεριέχομαι σε κάτι ευρύτερο.
3
Παραδείγματα
Οι φοιτητές περιλαμβάνονται στη λίστα των υποψηφίων για υποτροφία.
Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνονται στο εγχειρίδιο χρήσης.
Οι δαπάνες μετακίνησης περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό.
3