1. Λέξη
    περιπολία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: περιπολώ - περιπολικό - περιποιώ - περιποίηση - περιποιούμαι)
  2. Συνώνυμα
    • προστασία
    • φρουρά
    • εποπτεία
    3
  3. Αντώνυμα
    • αμέλεια
    • απροσεξία
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η διαδικασία της παρακολούθησης και της προστασίας μιας περιοχής, συνήθως από μια ομάδα ατόμων.
    • Η καθήκοντα που εκτελεί μια ομάδα για την επιτήρηση και την ασφάλεια μιας συγκεκριμένης περιοχής.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η περιπολία του δάσους γίνεται καθημερινά για την προστασία της πανίδας.
    • Κατά τη διάρκεια της νύχτας, η αστυνομική περιπολία αυξάνεται για να διασφαλιστεί η ασφάλεια των πολιτών.
    2