1. Λέξη
    σκαρφίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια: σκίζομαι - σκοτίζομαι - στηρίζομαι - σχετίζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • επινοώ
    • εφευρίσκω
    • σχεδιάζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • ξεχνώ
    • αμελώ
    • αγνοώ
    3
  4. Ορισμός
    • να βρίσκω μια ιδέα ή λύση με δημιουργικό τρόπο
    • να κατασκευάζω ή να δημιουργώ κάτι με φαντασία
    2
  5. Παραδείγματα
    • Σκαρφίστηκα μια πρωτότυπη λύση για το πρόβλημα.
    • Πρέπει να σκαρφιστούμε έναν τρόπο να περάσουμε τη μέρα χωρίς να βαρεθούμε.
    2