1. Λέξη
    στείλω (ρήμα) - (παρόμοια: στείλε - στείλουν - στείρα - στείρος)
  2. Συνώνυμα
    • αποστέλλω
    • εξαποστέλλω
    • διαβιβάζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • λαμβάνω
    • παίρνω
    2
  4. Ορισμός
    • Να στείλω κάτι σε κάποιον σημαίνει να το αποστείλω ή να το μεταφέρω σε αυτόν.
    • Να στείλω μπορεί επίσης να σημαίνει να προκαλέσω κάτι να πάει σε ένα συγκεκριμένο μέρος ή άτομο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Θα στείλω ένα γράμμα στον φίλο μου.
    • Μπορείς να στείλεις αυτό το πακέτο στην διεύθυνση που σου έδωσα;
    2