1. Λέξη
    συμβολίζω (ρήμα) - (παρόμοια: συμβολή - συμβαδίζω - συμβολικός - συμβουλή)
  2. Συνώνυμα
    • εκφράζω
    • αντιπροσωπεύω
    • δηλώνω
    • σημαίνω
    4
  3. Αντώνυμα
    • αποκρύπτω
    • αμφισβητώ
    • αρνούμαι
    3
  4. Ορισμός
    • Εκφράζω ή αντιπροσωπεύω κάτι με ένα σύμβολο ή σημάδι.
    • Δηλώνω ή σημαίνω κάτι συγκεκριμένο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η λευκή περιστερά συμβολίζει την ειρήνη.
    • Το κόκκινο φανάρι συμβολίζει το σταμάτημα.
    2