Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συμβουλή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
συμβολή
-
συμβουλεύω
-
συμβουλευτώ
-
συμβουλευτική
-
συμβουλεύομαι
-
συμβώ
-
βουλή
-
συμβούλιο
-
συμβολίζω
)
Συνώνυμα
προτροπή
υπόδειξη
παράκληση
3
Αντώνυμα
απαγόρευση
απαγόρευση
απαγόρευση
3
Ορισμός
Μια πρόταση ή γνώμη που δίνεται ως καθοδήγηση για τη συμπεριφορά ή τη λήψη αποφάσεων.
Η πράξη της παροχής καθοδήγησης ή συμβουλών.
2
Παραδείγματα
Ο φίλος μου μου έδωσε μια καλή συμβουλή για τη δουλειά.
Η γιαγιά μου πάντα έχει μια συμβουλή για κάθε κατάσταση.
2