1. Λέξη
    συνδεδεμένος (επίθετο) - (παρόμοια: δεμένος - σημαδεμένος - συγχωρεμένος - συνηθισμένος)
  2. Συνώνυμα
    • συνδεμένος
    • ενωμένος
    • συνδεσμένος
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασύνδετος
    • αποσυνδεδεμένος
    • χωριστός
    3
  4. Ορισμός
    • που έχει σχέση με κάτι άλλο ή συνδέεται με αυτό
    • που είναι ενωμένος ή συνδεδεμένος με κάποιον ή κάτι
    • που έχει σύνδεση με δίκτυο ή σύστημα
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο υπολογιστής είναι συνδεδεμένος στο διαδίκτυο.
    • Τα δύο σημεία είναι συνδεδεμένα με ένα καλώδιο.
    • Οι ιδέες τους είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους.
    3