1. Λέξη
    συντηρητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συντηρητικό - συντηρητικός - συντηρώ - επιτηρητής - συντονιστής - παρατηρητής)
  2. Συνώνυμα
    • φύλακας
    • διατηρητής
    • επιμελητής
    3
  3. Αντώνυμα
    • καταστροφέας
    • εχθρός
    2
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που έχει την ευθύνη να διατηρεί ή να προστατεύει κάτι.
    • Επιμελητής μουσείου ή άλλου πολιτιστικού ιδρύματος.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο συντηρητής του μουσείου ελέγχει τις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας.
    • Ο συντηρητής των αρχαιοτήτων εργάζεται για την αποκατάσταση των ευρημάτων.
    2