1. Λέξη
    τηλεφωνητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: τηλεφωνώ - τηλεφωνία - τηλεφωνήσω - τηλεφωνικός - τηλεφωνήτρια - εκφωνητής - τηλεθεατής)
  2. Συνώνυμα
    • απαντητής
    • τηλεφωνικός απαντητής
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Μια συσκευή που καταγράφει και αναπαράγει αυτόματα τηλεφωνικά μηνύματα όταν ο κάτοχος της γραμμής δεν είναι διαθέσιμος.
    • Ένα ηλεκτρονικό σύστημα που επιτρέπει την αποθήκευση και την αναπαραγωγή φωνητικών μηνυμάτων.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Άφησα ένα μήνυμα στον τηλεφωνητή για να με ειδοποιήσει όταν επιστρέψει.
    • Ο τηλεφωνητής του γραφείου καταγράφει όλα τα εισερχόμενα μηνύματα.
    2