Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τηλεφωνικός (επίθετο) - (παρόμοια:
τηλεφωνώ
-
τηλεφωνία
-
τηλεφωνήσω
-
τηλεοπτικός
-
τηλεφωνητής
-
τηλεφωνήτρια
-
τηλεπαθητικός
-
συμφωνικός
)
Συνώνυμα
τηλεφωνητικός
τηλεπικοινωνιακός
2
Αντώνυμα
προσωπικός
άμεσος
2
Ορισμός
Σχετικός με την τηλεφωνία ή τη χρήση του τηλεφώνου.
Που πραγματοποιείται μέσω τηλεφώνου ή σχετίζεται με τηλεφωνικές επικοινωνίες.
2
Παραδείγματα
Η τηλεφωνική επικοινωνία είναι απαραίτητη για τις σύγχρονες επιχειρήσεις.
Έλαβα μια τηλεφωνική κλήση από τον φίλο μου.
2