1. Λέξη
    τοποθετούμαι (ρήμα) - (παρόμοια: τοποθετώ - τοποθετήσω - τοποθετημένο - τοποθεσία)
  2. Συνώνυμα
    • κατατάσσομαι
    • τοποθετώ
    • στέκομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • αφαιρούμαι
    • απομακρύνομαι
    2
  4. Ορισμός
    • Βρίσκομαι σε ένα συγκεκριμένο σημείο ή θέση.
    • Τοποθετώ τον εαυτό μου σε μια συγκεκριμένη θέση ή κατάσταση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Τοποθετούμαι πάντα στο πίσω μέρος της αίθουσας.
    • Μπορείς να τοποθετηθείς στη σειρά σου;
    2