Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χορογραφία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
βιογραφία
-
τομογραφία
-
ορθογραφία
-
φωτογραφία
-
δικογραφία
-
πορνογραφία
-
τοιχογραφία
)
Συνώνυμα
χορευτική σύνθεση
χορευτική δημιουργία
χορευτική ακολουθία
3
Αντώνυμα
αταξία
ασυνέπεια
ανοργανωσιά
3
Ορισμός
Η τέχνη της δημιουργίας χορευτικών βημάτων και ακολουθιών.
Η διαδικασία σχεδιασμού και οργάνωσης των κινήσεων σε ένα χορό.
Το σύνολο των χορευτικών βημάτων και κινήσεων που συνθέτουν μια χορευτική παράσταση.
3
Παραδείγματα
Η χορογραφία αυτής της παράστασης είναι εξαιρετικά δημιουργική.
Η χορογράφος εργάζεται σκληρά για να δημιουργήσει μια πρωτότυπη χορογραφία.
Η χορογραφία του μπαλέτου ήταν πολύπλοκη και απαιτητική.
3