1. Λέξη
    αγγελικός (επίθετο) - (παρόμοια: αγγελική - αγγλικός - αγγελία - τελικός - αγγελιαφόρος - αγγελιοφόρος)
  2. Συνώνυμα
    • ουράνιος
    • θεϊκός
    • παραδεισένιος
    3
  3. Αντώνυμα
    • δαιμονικός
    • κακόβουλος
    • χθόνιος
    3
  4. Ορισμός
    • που σχετίζεται με τους αγγέλους ή μοιάζει με αυτούς
    • που έχει θεϊκή ή υπερφυσική ομορφιά και αγνότητα
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η φωνή της ήταν τόσο αγγελική που μας συγκίνησε όλους.
    • Ένα αγγελικό χαμόγελο διακόσμησε το πρόσωπό της.
    2