1. Συνώνυμα
    • αγχωτικός
    • αγχώδης
    • τεντωμένος
    • ανήσυχος
    4
  2. Αντώνυμα
    • χαλαρός
    • ήρεμος
    • αναίσθητος
    • αμέριμνος
    4
  3. Ορισμός
    • Που προκαλεί άγχος ή ένταση.
    • Που χαρακτηρίζεται από άγχος ή ένταση.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Η εξέταση ήταν μια αγχωτική εμπειρία.
    • Ο αγχωτικός ρυθμός ζωής μπορεί να επηρεάσει την υγεία.
    2