Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αναγνωριστικός (επίθετο) - (παρόμοια:
αναγνωριστικό
-
αναγκαστικός
-
οριστικός
-
διαχωριστικός
-
αναπνευστικός
-
ανθρωπιστικός
-
αναγνωρίσω
-
χαριστικός
-
αναλυτικός
-
αναγνωρίζω
-
ανταγωνιστικός
-
αστικός
)
Συνώνυμα
επεξηγηματικός
διευκρινιστικός
εξηγητικός
3
Αντώνυμα
ασαφής
αδιευκρίνιστος
συγκεχυμένος
3
Ορισμός
που εξηγεί ή διευκρινίζει κάτι
που σχετίζεται με την αναγνώριση ή την εξήγηση
2
Παραδείγματα
Ο αναγνωριστικός οδηγός βοήθησε στην κατανόηση της διαδικασίας.
Η αναγνωριστική πινακίδα έδειχνε το σωστό δρόμο.
2