1. Συνώνυμα
    • λεπτομερής
    • διεξοδικός
    • προσεκτικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • επιπόλαιος
    • αόριστος
    • ασαφής
    3
  3. Ορισμός
    • Που χαρακτηρίζεται από λεπτομερή και προσεκτική εξέταση ή ανάλυση.
    • Που σχετίζεται με την ανάλυση ή βασίζεται σε αυτήν.
    • Που έχει την ικανότητα να αναλύει ή να εξετάζει λεπτομερώς.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο αναλυτικός τρόπος σκέψης του τον βοήθησε να λύσει το πρόβλημα.
    • Η αναλυτική έκθεση περιελάμβανε όλες τις λεπτομέρειες της έρευνας.
    • Ένα αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών καλύπτει όλες τις πτυχές του αντικειμένου.
    3