Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ειδικός (επίθετο) - (παρόμοια:
ειδικό
-
ειδική
-
ειδικά
-
ειδικότητα
-
ειδικότερος
-
παιδικός
-
δικός
-
ειρωνικός
-
εικονικός
-
υβριδικός
-
ειρηνικός
-
επικός
-
οδικός
-
ενικός
)
Συνώνυμα
εμπειρογνώμονας
ειδικευμένος
τεχνικός
3
Αντώνυμα
απλοϊκός
αδαής
άπειρος
3
Ορισμός
Όσος έχει ειδικές γνώσεις ή δεξιότητες σε ένα συγκεκριμένο πεδίο.
Όσος αφορά ένα συγκεκριμένο θέμα ή αντικείμενο.
2
Παραδείγματα
Ο γιατρός είναι ειδικός στις καρδιακές παθήσεις.
Χρειαζόμαστε έναν ειδικό για να μας βοηθήσει με αυτό το τεχνικό πρόβλημα.
2