1. Λέξη
    εξαίρεση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: υπεξαίρεση - εξαίρετος - αίρεση - αφαίρεση - διαίρεση - εξεύρεση)
  2. Συνώνυμα
    • απαλλαγή
    • απαλοιφή
    • αποκλεισμός
    3
  3. Αντώνυμα
    • κανονικότητα
    • συνηθισμένο
    • κανόνας
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να αφαιρείται κάποιος ή κάτι από μια γενικότερη κατηγορία ή ομάδα.
    • Μια περίπτωση που δεν υπακούει στους γενικούς κανόνες ή νόμους.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει για όλους τους φοιτητές.
    • Αυτή η περίπτωση αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα.
    2