1. Λέξη
    ικανότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ανικανότητα - ικανός - πιθανότητα - ισότητα - ενότητα - αγνότητα - ιερότητα - ιδιότητα)
  2. Συνώνυμα
    • δυνατότητα
    • ικανότητα
    • επάρκεια
    • χάρη
    4
  3. Αντώνυμα
    • ανικανότητα
    • αδυναμία
    • ασθένεια
    3
  4. Ορισμός
    • Η ικανότητα αναφέρεται στη δυνατότητα ενός ατόμου να εκτελεί μια συγκεκριμένη ενέργεια ή να ανταποκρίνεται σε μια κατάσταση με επιτυχία.
    • Η ικανότητα μπορεί επίσης να αναφέρεται σε μια φυσική ή νοητική ιδιότητα που επιτρέπει σε κάποιον να κάνει κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ικανότητά του να λύνει προβλήματα τον έκανε πολύτιμο στη δουλειά.
    • Η ικανότητα της μνήμης είναι σημαντική για την εκμάθηση νέων πληροφοριών.
    2