Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καμπή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
καμπ
-
καμπάρ
-
καμπίρ
-
καμ
-
καμπύλη
-
καμπάνα
-
καμπίνα
-
καμπαρέ
-
καμπούρα
-
καμπάνια
-
καμπότζη
)
Συνώνυμα
στροφή
αλλαγή
κύρτωμα
3
Αντώνυμα
ευθεία
ευθύτητα
2
Ορισμός
Η αλλαγή κατεύθυνσης σε μια γραμμή ή επιφάνεια.
Το σημείο όπου συμβαίνει μια τέτοια αλλαγή.
Μεταφορικά, μια σημαντική αλλαγή ή καμπή σε μια διαδικασία ή κατάσταση.
3
Παραδείγματα
Η καμπή του δρόμου ήταν απότομη και επικίνδυνη.
Η ζωή του πήρε μια νέα καμπή μετά το γάμο του.
Στο γράφημα, η καμπή δείχνει την αύξηση των θερμοκρασιών.
3