Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κατάληξη (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κατάληψη
-
κατάταξη
-
κατάψυξη
-
κατάλυμα
-
κατάλοιπο
-
κατάλογος
-
κατάλληλα
)
Συνώνυμα
τέλος
επιλογή
αποτέλεσμα
3
Αντώνυμα
αρχή
εκκίνηση
προέλευση
3
Ορισμός
Το τελικό σημείο ή το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας ή γεγονότος.
Η τελευταία συλλαβή μιας λέξης που καθορίζει τη γραμματική της μορφή.
2
Παραδείγματα
Η κατάληξη της ιστορίας ήταν αναπάντεχη.
Στη γραμματική, η κατάληξη του ρήματος αλλάζει ανάλογα με τον χρόνο.
2