Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταπακτή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κατακτήσω
-
καταπιώ
-
κατακτώ
-
καταπατητής
-
καταπίνω
)
Συνώνυμα
καταπακτής
παγίδα
παγίδα θανάτου
3
Αντώνυμα
έξοδος
διάδρομος
ασφαλής περιοχή
3
Ορισμός
Μια κρυφή θύρα ή άνοιγμα στο πάτωμα που οδηγεί σε υπόγειο χώρο ή σε άλλο δωμάτιο.
Μια παγίδα που είναι κρυμμένη και ανοίγει όταν κάποιος πατάει πάνω της.
2
Παραδείγματα
Οι καταπακτές χρησιμοποιούνταν συχνά στα παλιά σπίτια για να κρύβουν πολύτιμα αντικείμενα.
Στην ταινία, ο ήρωας έπεσε σε μια καταπακτή που τον οδήγησε σε ένα μυστικό υπόγειο.
2