Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κρατάω (ρήμα) - (παρόμοια:
κρατά
-
κρατάμε
-
κρατώ
-
κρατήσω
-
παρατάω
-
κρατηθώ
)
Συνώνυμα
κρατώ
κρατάω
κρατάω
κρατάω
4
Αντώνυμα
αφήνω
εγκαταλείπω
παρατώ
3
Ορισμός
Να κρατάς κάτι στα χέρια σου ή να το έχεις στην κατοχή σου.
Να διατηρείς κάτι σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή θέση.
Να συνεχίζεις να κάνεις κάτι χωρίς να σταματάς.
3
Παραδείγματα
Κράτα το βιβλίο σου σταθερό για να μπορέσεις να διαβάσεις.
Κράτα την πόρτα ανοιχτή για να μπει ο αέρας.
Κράτα την προσπάθεια σου, θα τα καταφέρεις!
3