Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
λογιστήριο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
λογιστής
-
πειστήριο
-
λογιστική
-
λογιστικό
-
λογιστικός
-
διυλιστήριο
-
χειριστήριο
)
Συνώνυμα
υπολογιστήριο
χρεώστρα
τιμολόγιο
3
Αντώνυμα
δωρεάν
χωρίς χρέωση
2
Ορισμός
Έγγραφο που καταγράφει τα οικονομικά δεδομένα μιας συναλλαγής.
Το ποσό που χρεώνεται για μια υπηρεσία ή αγαθό.
2
Παραδείγματα
Το λογιστήριο της επιχείρησης εμφανίζει όλες τις συναλλαγές του τελευταίου τριμήνου.
Παρακαλώ στείλτε μου το λογιστήριο της ηλεκτρικής ενέργειας για τον περασμένο μήνα.
2