Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
νομιμότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ωριμότητα
-
εντιμότητα
-
γονιμότητα
-
ετοιμότητα
-
νεότητα
-
χρησιμότητα
-
θνησιμότητα
)
Συνώνυμα
νομιμότης
νομιμοσύνη
νομικότητα
3
Αντώνυμα
παρανομία
παράβαση
παρανομικότητα
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του νόμιμου, η συμμόρφωση με τους νόμους.
Η νομική θεμιτότητα μιας πράξης ή κατάστασης.
2
Παραδείγματα
Η νομιμότητα των εκλογών αμφισβητήθηκε από την αντιπολίτευση.
Έλεγξε τη νομιμότητα του συμβολαίου πριν το υπογράψεις.
2