Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χρησιμότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
θνησιμότητα
-
χρησιμεύω
-
ωριμότητα
-
διαθεσιμότητα
-
εντιμότητα
-
γονιμότητα
-
ετοιμότητα
-
νομιμότητα
)
Συνώνυμα
ωφέλεια
χρησιμότητα
πρακτικότητα
αξία
4
Αντώνυμα
αχρηστία
αναξιοπρέπεια
ασυνέπεια
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του να είναι κάτι χρήσιμο ή ωφέλιμο.
Η πρακτική αξία ή η ωφέλεια που προσφέρει κάτι.
2
Παραδείγματα
Η χρησιμότητα της νέας εφαρμογής είναι αδιαμφισβήτητη.
Οι ειδικοί αξιολογούν τη χρησιμότητα των διαφόρων μεθόδων διδασκαλίας.
2