1. Συνώνυμα
    • προετοιμασία
    • ετοιμότητα
    • προθυμία
    3
  2. Αντώνυμα
    • απροετοιμασία
    • απροθυμία
    • αδιαθεσία
    3
  3. Ορισμός
    • Η κατάσταση κατά την οποία κάποιος ή κάτι είναι έτοιμο να ανταποκριθεί ή να ενεργήσει.
    • Η ικανότητα να αντιμετωπίζει κάποιος γρήγορα και αποτελεσματικά μια κατάσταση.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Η ετοιμότητα της ομάδας για την έκτακτη ανάγκη ήταν εντυπωσιακή.
    • Η ετοιμότητά του να βοηθήσει σε δύσκολες στιγμές τον έκανε πολύ αγαπητό.
    2