1. Συνώνυμα
    • αποσύρομαι
    • απομονώνομαι
    • απομακρύνομαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • κοινωνώ
    • ανακατεύομαι
    • συναναστρέφομαι
    3
  3. Ορισμός
    • Απομακρύνομαι από τους άλλους, ζώντας απομονωμένος.
    • Αποσύρομαι από την κοινωνική ζωή ή από συναναστροφές.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Μετά τη σκληρή δουλειά, προτιμώ να ξεβράζομαι στο σπίτι μου.
    • Αφού χώρισε, ξεβράστηκε και δεν έβγαινε καθόλου.
    2