1. Συνώνυμα
    • συζώ
    • ενώνω
    • συνδέω
    3
  2. Αντώνυμα
    • χωρίζω
    • διαζευγνύω
    2
  3. Ορισμός
    • Να συνδέεσαι με κάποιον μέσω του γάμου.
    • Να πραγματοποιείς τον γάμο με κάποιον.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Θα παντρευτώ τον ερωμένο μου το επόμενο καλοκαίρι.
    • Η Μαρία και ο Γιάννης παντρεύτηκαν πέρυσι.
    2